Κυριακή 11 Αυγούστου 2013


Πάλιν ζητάς ελευθερίαν;






Έκανε κουράγιο σταμάτησε το βήμα για να δει. Η μυρωδιά τον έβανε να προχωρά. Μόνος εκεί που κατουρούσε τα ρούχα η ζέστη. Ώριμος να κοιτάξει πέρα μακριά στου απρόσιτου σπηλαίου τον στόμα· σαν είσοδος αβύσσου τονε τραβούσε αργό βάσανο. Η τύψη μεταμορφωνότανε σε λύσσα η όραση ξαπλωνόταν ευρυγώνια· θέατρο αρχαίον πέτρα και δίψα. Ένα μηρμύγκι κοντοστάθηκε κι αντάλλαξε το μήνυμά του με το άλλο που ερχόταν απαλλού. Οι αέρηδες κορόιδευαν τη νύστα η νύχτα απορούσε. Ρώτησε τον συνεπιβάτη:

- Θέλεις να μάθεις για την αλλοτρίωση;
- Ξέρω για όσα μετακίνησαν τον εαυτό μου στον υπόγειο τόπο.
- Ωδές Ναυπλείοι. 
- Ω, δες νον πλυ. 
- Κάτω από του κάτη τα μάτια.
- Ελπίδες.
- Ελευθερία ανάπηρη σου τάζουν.
- Ελευθερία αν άπειρη σου τάζουν.
- Σ' αεροπλάνο μπρούμυτα τρυγάς.
- Όραση πτωχή. 
- Μην απολύεις τον δούλον σου. 
- Ελευθερία μετά τη γέννα.
- Λένε καλή λευτεριά. 
- Ελευθερία μέσω αιδοίων. 
- Ελεύθερη από απέριττο παιδίον.
- Όπως από τα περιττώματα.
- Ξαλαφρώνεις από απέριττα και περιττά. 
- Λέει ο Κατσαρός πως με αντίσταση...
- ... περνάς βέβαιος στην ελευθερία.
- Αντισταθείτε σ' αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι και λέει:
καλά είμαι εδώ.

- Ενδεδυμένος την τήβεννό του κοίταζε γύρω του και έλεγε:
Καλά είναι εδώ. Ας χτίσουμε ένα αφοδευτήριο.

- Τζόυς. Οδυσσέας. Κεφ. 7, σελ. 167, μετάφραση Καψάσκη.
- Σωστά. Ο καθηγητής ΜακΧιού για τον ρωμαϊκό πολιτισμό: 
Ήταν απέραντος· αλλά χυδαίος. Περιττώματα· υπόνομοι. Ο Ρωμαίος μετέφερε την περιττωματική ιδεοληψία.
- Πού οδηγούνται ελεύθερα τα ιδεοληπτικά περιττώματα;
- Στα εντόσθια του Λεβιάθαν.
- Ελευθερία σήπουσα.
- Ελευθερία βρωμούσα.
- Ελευθερίας ζητιανιά.
- Μιχάλης Κατσαρός: 4Μαζινό. 6, και τέλος:





Επί των κεραμέων πάλιν με εξεδίωξες.
Σε συνόδευον κάθε εσπέρα
εις τον οίκον σου.
Επί των κεραμέων οι βάνδαλοί σου.
Ήρχοντο εξήρχοντο εβάδιζον έπιπτον αι
   άμαξαί σου.
Επί των κεραμέων οι άνθρωποί σου
εβεβήλωσαν το πρόσωπό μου.
Εσύρθην υπό των φρουρών σου διήλθον
τον Βίκτωρά σου — και αι ελπίδες σου
εχάνοντο.
Πάλιν με επόμπευες εις τα θρυλικά σου
   ονόματα.
Πάλιν εις το πρόσωπόν μου το χέρι σου
εστάθη εις τον ραπισμόν.
Συνετρίβη εις το όνομά μου—είδον σε
   ταπεινόν να εισέρχεσαι.
Ο Άγιος Αυγουστίνος με εσυνόδευεν.
Μήπως άθλιε δεν ήσουνα Συ;
Ο Αυγουστίνος που τα πτηνά του ήρχοντο
   στο κελίον μου.
Δίπλα μου ο Γαβριήλ έκλαιγεν.
Ενώ έξωθεν η αμπάρα έπιπτεν επί των
κεφαλών σου.Η αμπάρα εφώναζον η αμπάρα σε
καταστρέφει.
Γιατί μου ζητάς να μου είπεις εις όλας τας
   γλώσσας
«εσύ φταις»
γιατί ανάγωγε ελάκτισες την μονάδα σου.
Σου έδιδον γην και ύδωρ
και εζητούσες το αίμα.
Σου έδιδον μέλη και οστά
και ήθελες την συντριβήν σου.
Σε εσυνάντησα εις την οδόν Μέρλιν
ένα απόγευμα.
Ξέρεις ακριβώς τι έγινεν.
Έπρεπε να διέλθω να δω μόνον το φως σου
να αγωνίζεται να εξέλθει της θύρας.
Έπρεπε με τον Λουκάν να με οδηγήσεις
εις την αλλοδαπήν σου.
Και εις τας φυλακάς η Θεοδώρα να μου
   φέρνει πουκάμισα.
Και μετά να σταματάς τα αποσπάσματα
μήπως με εκτελέσουν.
Ενώ το πλήθος εις την πλατείαν Ελευθερίας
να προσεύχεται
και οι φρουροί να κλαίουσιν.
Ελευθερίαν μου εζήτησες και σου έδιδον
μήπως ποτέ θα σταματήσει;
Τώρα επί του εδάφους του μαρτυρίου μου
κατοικείς
και γω
δεν έχω ούτε ναόν ούτε στέγη.
Ποιος ήτο το μήλον της έριδος;

Το Χρυσόμαλλον δέρας μου το περιέφερον
εις τα στρατόπεδα.
Το εδείκνυον. Εις τον σάκον μου
το μικρόν άγαλμα ο Ορέστης.
Πάλιν ζητάς ελευθερίαν;
Την πόλιν σου έδειξα και πάλιν έρχεσαι
τύραννος πάλι εις νέαν πόλιν;
Και συ κόρη του ποταμού
σου εστερέωσα τον Δούναβιν
πλούσιος καθαρός ρέει και επί των οχθών του
μέλπεις τα όνειρά σου.
Διατί με εμίσησας;


Επί της κεφαλής της ανομίας σας η αρά μου!










ελευθερία αρκετή, ελευθερία λίγη
ελευθερία καυστική σε δήλη μέρα λήγει
ελευθερία περιττή δίκην περιττωμάτων
ελευθερία όρθια πατούσα επί πτωμάτων



2 σχόλια:

  1. "Μόνος εκεί που κατουρούσε τα ρούχα η ζέστη." Ωραία σύμπτωση ενθυμήσεων: Είχα την τύχη να δω το 1985 τον Μιχάλη Κατσαρό να κατουράει στα δημόσια ουρητήρια της Ομονοίας (κάτω στον ηλεκτρικό, τώρα δεν υπάρχουν). Τον ξαναείδα στο Αττικόν, τότε που είκοσι χρονών με έπιανε απελπισία αν δεν προλάβαινα να δω όλες τις νέες ταινίες της εβδομάδας (το μόνο καλό που μετέδωσα στην κόρη μου είναι να βλέπει ταινίες στην ΕΡΤ, για σκέψου σε κάτι που δεν υπάρχει πια). Εκεί κλείσαμε συνάντηση στο Μπραζίλιαν. Ήταν όρθιος και έπινε εσπρέσο σε ένα τραπέζι από αυτά που στέκεσαι. Μετά δεν τον ξαναείδα, δηλαδή δεν ξαναπήγα να τον βρω. Δεν θυμάμαι γιατί. Πάντα μου άρεσαν τα ποιήματά του και δεν κατάλαβα ποτέ γιατί ο Κούρτοβικ δεν τον θεωρεί ποιητή αλλά κήρυκα. Όταν ρώτησα τον Δημοσθένη (δεν ανήκω σε κύκλο λογίων, απλά τυχαίνει να τρώμε στο ίδιο εστιατόριο στη γειτονιά μου), νομίζω ότι μου είπε επιχειρήματα που δεν σχετίζονται με την ποίηση αλλά με την ποιότητα του ανθρώπου. Εδώ και χρόνια το Μπραζίλιαν μεταφέρθηκε στη Βαλαωρίτου. Εκεί πίναμε καφέ (μοναδικός εσπρέσο) με τον αδερφό μου, όπως και στο Φίλιον (το παλιό Ντόλτσε στη Σκουφά). Τώρα πηγαίνω μόνος μου στο Μπραζίλιαν, αλλά στο Φίλιον δεν πάω γιατί στενοχωριέμαι. Ίσως μπορώ να πηγαίνω στο Μπραζίλιαν γιατί εκεί έπινε τον καφέ του ο ποιητής Μιχάλης Κατσαρός.

    (Κύριε e-Συντάκτα, θα πάμε τελικά για ούζο; Μέρες της Παναγίας, της χαράς των θλιβομένων (όπως εμείς). Το Σάββατο έγραφες την κυριακάτικη ανάρτησή σου.)

    ΑπάντησηΔιαγραφή